Το ερέθισμα για το παρόν πόνημα μου δόθηκε σε μία διάλεξη που παρακολούθησα όταν σε μία από τις τοποθετήσεις και μάλιστα εκπαιδευτικού υποστηρίχθηκε ότι η αρχαία Ελλάδα και κυρίως η Αθήνα και η Σπάρτη συγκαταλέγεται στα ιστορικά παραδείγματα φαινομένων ρατσισμού σε σχέση με τους δούλους.
Ήταν όμως όντως ρατσιστές οι αρχαίοι Έλληνες ως προς τους δούλους; Τους αντιμετώπιζαν και αυτοί ως πράγματα «res», όπως οι Ρωμαίοι τους σκλάβους, οι οποίοι, όπως είναι γνωστό, δεν δίσταζαν να τους ρίξουν ακόμη και ανθρωποφαγα ψαρια, προκειμένου να ψυχαγωγηθούν οι ίδιοι;
Η έρευνά μου με οδήγησε αρχικά σε μία φράση του Οδυσσέα που περιέχεται στην ραψ. ο 373 της Οδύσσειας: «Ἒφαγόν τε, ἒπιόν τε καὶ αἰδοίοισιν ἒδωκα» (= έφαγα και ήπια και έδωσα και στους αιδοίους). Ο Οδυσσέας στο συγκεκριμένο χωρίο αναφέρεται στους υπηρέτες του παλατιού, αποκαλώντας όμως «αιδοίους» δηλαδή σεβαστούς (<αἰδώ=σεβασμός).
Όντως και στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε ο θεσμός της δουλείας, καθώς στον πόλεμο ο ηττημένος γινόταν «δούλος» του νικητή, εκτός εάν πλήρωναν οι συγγενείς του για την ελευθερία του. Ο όρος όμως είχε διαφορετική σημασία σε σχέση με σήμερα. Ο ιστορικός Κορδάτος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Οι δούλοι δεν είναι σκλάβοι με την πραγματική σημασία της λέξης. Είναι παραγιοί και ψυχογιοί του αρχηγού της οικογένειας. Το ίδιο και οι δούλες είναι ψυχοκόρες και παραδουλεύτρες… Η εργασία γίνεται από κοινού, από όλα τα μέλη του γένους. Ακόμα και οι βασιλείς και οι άνακτες δουλεύουν. Ο Οδυσσέας φτιάχνει μόνος του το κρεββάτι του. Ο Τηλέμαχος καταπιάνεται με δουλειές του χεριού. Η Ναυσικά πλένει τα ρούχα της μαζί με τις δούλες στο ποτάμι. Το ίδιο γίνεται και στα αμπέλια και στα χωράφια. Κι εκεί πηγαίνουν όλοι μαζί και δουλεύουν. Δεν υπάρχουν αφέντες κι εργάτες…»
Αλλά και ο Πλάτων στο τελευταίο έργο του «Νόμοι» συνιστά να γίνεται καλή μεταχείρηση των δούλων.
Ο ποιητής Φιλήμων γράφει: «Κἂν δοῦλος ᾖ τις, οὐδὲν ἧττον ἂνθρωπος οὗτός ἐστιν…»
Επίσης στην περίπτωση που κάποιος δούλος έπεφτε θύμα κακομεταχείρισης είχε το δικαίωμα να καταφύγει ως ικέτης σε οποιονδήποτε ιερό ναό και κατόπιν ο αρχικός κύριός του όφειλε να τον παραχωρήσει σε άλλον.
Ο νόμος επομένως προστάτευε του δούλους, όπως και τους υπολοίπους πολίτες. Όπως μάλιστα παρατηρεί και ο ιστορικός Ξενοφών «οἱ Ἀθηναίοι ἐποίησαν ἰσηγορίαν τοῖς δούλοις…» (είχαν δηλαδή και εκείνοι, όπως και οι ελεύθεροι πολίτες το δικαίωμα του λόγου).
Αλλά και ο ρήτορας Δημοσθένης στον λόγο του «κατά Μειδίου» αναφέρει: «Ἐάν τὶς ὑβρίζῃ εἲς τίνα, ἢ παῖδα ἢ γυναίκα ἢ ἂνδρα, τῶν ἐλευθέρων ἢ τῶν δούλων, ἢ παράνομόν τι ποιήσῃ εἰς τούτων τινὰ, γραφέσθω πρὸς τοὺς θεσμοθέτας, ὁ βουλόμενος Ἀθηναίων…. Ἀκούετε, ὦ ἂνδρες Ἀθηναίοι, τοῦ νόμου τῆς φιλανθρωπίας, ὃς οὐδὲ τοὺς δούλους ὑβρίζεσθαι ἀξιοῖ….»
Και ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης σπεύδει να υπνεθυμίσει στους Αθηναίους: «Νόμος τοῖς τ’ ἐλευθέροις ἲσος καὶ τοῖς δούλοις».
Ο Αριστοτέλης τέλος στα «Οικονομικά 1344» υπογραμμίζει: «δεῖ πρῶτον δούλους παρασκευάζεσθαι σπουδαίους. Δούλων δὲ εἲδη δύο, ἐπίτροπος και ἐργάτης… Τοῖς μὲν ἐλευθεριωτέροις τιμῆς μεταδιδόναι, τοῖς δ’ ἐργάταις τροφῆς πλῆθος…» (Πρέπει πρώτα να ετοιμάζετε τους δούλους σπουδαίους. Είναι δύο τα είδη των δούλων, ο επίτροπος και ο εργάτης. Στους πιο ελεύθερους να αποδίδετε τιμές και στους εργάτες πλήθος τροφής )
Δούλος λοιπόν ήταν κυρίως ο εργάτης ή ο υπάλληλος, όπως θα λέγαμε σήμερα, ενώ ελεύθερος ήταν το «αφεντικό της επιχείρησης».
Την άποψη αυτή του Αριστοτέλη σχολιάζει ο Γ. Βουλόδημος στο «Περί Ιδ. Βίου αρχ. Ελλήνων-Οδησσός 1875» λέγοντας: «Αυτή η ελευθερία και άνεση των δούλων, όπως αποκαλείται από τον Αριστοτέλη, ήταν απόρροια της αττικής νομοθεσίας, η οποία παρείχε στον δούλο μεγάλη προστασία και ευρύ πεδίο δράσης, σχεδόν και τα χαρακτηριστικά του ελεύθερου άντρα, την παρρησία δηλαδή και την ισηγορία».
Οι δούλοι έτρεφαν μεγάλη αγάπη για την οικογένεια για την οποία εργάζονταν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η επιστροφή του Τηλεμάχου από την Σπάρτη και η άμεση αντίδραση των δούλων που έσπευσαν να τον φιλήσουν «κύνεον ἀγαπαζόμεναι κεφαλήν τε καὶ ὢμους».
Μιλούσαν επιπλέον μεταξύ τους ως ίσος προς ίσο. Η Πηνελόπη αποκαλεί την Ευρυνόμη «Μαῖα» (σεβαστή μητέρα), ο Τηλέμαχος προσφωνεί τον δούλο χοιροβοσκό «ἂττα» (παππούλη) αλλά και οι δούλοι καλούν τους «κυρίους» τους με τα μικρά τους ονόματα. Ο Ετεωνεύς για παράδειγμα, δούλος του Μενελάου, τον αποκαλεί «ὦ Μενάλαε» (ραψ. δ 26), όπως και η δούλη του Έκτορα «Ἒκτορ» (ραψ. Ζ 382).
Επομένως ο θεσμός της δουλοπρέπειας και της υποταγής δεν γεννήθηκε στην Ελλάδα, στην χώρα των ελεύθερων και περήφανων ανθρώπων. Τέτοια έθιμα υπήρχαν στην «σκληρή γη» της Ασίας, όπου οι δυνάστες απαιτούσαν να τους λατρεύουν ως θεούς και ξεσπούσαν την οργή τους πάνω στους σκλάβους… Τέτοια έθιμα υπήρχαν και στην «πολιτισμένη» Ρώμη, όπου αντιμετώπιζαν τους σκλάβους ως πράγματα και δεν έδιναν καμία αξία στην ζωή τους. Αντίθετα τους μαστίγωναν, όταν δεν υπάκουαν στις εντολές. Άλλο λοιπόν σκλάβος άλλο δούλος ή είλωτας.
(Τον θεσμό της «δουλείας» στην Ρώμη θα τον αναλύσουμε σε επόμενο άρθρο μας)
Παρέθεσα μόνο ένα μικρό μέρος από τα στοιχεία που οδηγούν αβίαστα στο συμπέρασμα ότι οι αρχαίοι Έλληνες ναι μεν διέθεταν δούλους αλλά τους αντιμετώπιζαν με απόλυτο σεβασμό και αγάπη, όπως ακριβώς και τα μέλη της οικογένειας τους! Επομένως οι ρίζες του ρατσισμού ίσως πρέπει να αναζητηθούν αλλού…
Ελένη Γεωργακάκη, φοιτήτρια Φιλολογίας για το ΠΥΓΜΗ.gr
Ήταν όμως όντως ρατσιστές οι αρχαίοι Έλληνες ως προς τους δούλους; Τους αντιμετώπιζαν και αυτοί ως πράγματα «res», όπως οι Ρωμαίοι τους σκλάβους, οι οποίοι, όπως είναι γνωστό, δεν δίσταζαν να τους ρίξουν ακόμη και ανθρωποφαγα ψαρια, προκειμένου να ψυχαγωγηθούν οι ίδιοι;
Η έρευνά μου με οδήγησε αρχικά σε μία φράση του Οδυσσέα που περιέχεται στην ραψ. ο 373 της Οδύσσειας: «Ἒφαγόν τε, ἒπιόν τε καὶ αἰδοίοισιν ἒδωκα» (= έφαγα και ήπια και έδωσα και στους αιδοίους). Ο Οδυσσέας στο συγκεκριμένο χωρίο αναφέρεται στους υπηρέτες του παλατιού, αποκαλώντας όμως «αιδοίους» δηλαδή σεβαστούς (<αἰδώ=σεβασμός).
Όντως και στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε ο θεσμός της δουλείας, καθώς στον πόλεμο ο ηττημένος γινόταν «δούλος» του νικητή, εκτός εάν πλήρωναν οι συγγενείς του για την ελευθερία του. Ο όρος όμως είχε διαφορετική σημασία σε σχέση με σήμερα. Ο ιστορικός Κορδάτος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Οι δούλοι δεν είναι σκλάβοι με την πραγματική σημασία της λέξης. Είναι παραγιοί και ψυχογιοί του αρχηγού της οικογένειας. Το ίδιο και οι δούλες είναι ψυχοκόρες και παραδουλεύτρες… Η εργασία γίνεται από κοινού, από όλα τα μέλη του γένους. Ακόμα και οι βασιλείς και οι άνακτες δουλεύουν. Ο Οδυσσέας φτιάχνει μόνος του το κρεββάτι του. Ο Τηλέμαχος καταπιάνεται με δουλειές του χεριού. Η Ναυσικά πλένει τα ρούχα της μαζί με τις δούλες στο ποτάμι. Το ίδιο γίνεται και στα αμπέλια και στα χωράφια. Κι εκεί πηγαίνουν όλοι μαζί και δουλεύουν. Δεν υπάρχουν αφέντες κι εργάτες…»
Αλλά και ο Πλάτων στο τελευταίο έργο του «Νόμοι» συνιστά να γίνεται καλή μεταχείρηση των δούλων.
Ο ποιητής Φιλήμων γράφει: «Κἂν δοῦλος ᾖ τις, οὐδὲν ἧττον ἂνθρωπος οὗτός ἐστιν…»
Επίσης στην περίπτωση που κάποιος δούλος έπεφτε θύμα κακομεταχείρισης είχε το δικαίωμα να καταφύγει ως ικέτης σε οποιονδήποτε ιερό ναό και κατόπιν ο αρχικός κύριός του όφειλε να τον παραχωρήσει σε άλλον.
Ο νόμος επομένως προστάτευε του δούλους, όπως και τους υπολοίπους πολίτες. Όπως μάλιστα παρατηρεί και ο ιστορικός Ξενοφών «οἱ Ἀθηναίοι ἐποίησαν ἰσηγορίαν τοῖς δούλοις…» (είχαν δηλαδή και εκείνοι, όπως και οι ελεύθεροι πολίτες το δικαίωμα του λόγου).
Αλλά και ο ρήτορας Δημοσθένης στον λόγο του «κατά Μειδίου» αναφέρει: «Ἐάν τὶς ὑβρίζῃ εἲς τίνα, ἢ παῖδα ἢ γυναίκα ἢ ἂνδρα, τῶν ἐλευθέρων ἢ τῶν δούλων, ἢ παράνομόν τι ποιήσῃ εἰς τούτων τινὰ, γραφέσθω πρὸς τοὺς θεσμοθέτας, ὁ βουλόμενος Ἀθηναίων…. Ἀκούετε, ὦ ἂνδρες Ἀθηναίοι, τοῦ νόμου τῆς φιλανθρωπίας, ὃς οὐδὲ τοὺς δούλους ὑβρίζεσθαι ἀξιοῖ….»
Και ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης σπεύδει να υπνεθυμίσει στους Αθηναίους: «Νόμος τοῖς τ’ ἐλευθέροις ἲσος καὶ τοῖς δούλοις».
Ο Αριστοτέλης τέλος στα «Οικονομικά 1344» υπογραμμίζει: «δεῖ πρῶτον δούλους παρασκευάζεσθαι σπουδαίους. Δούλων δὲ εἲδη δύο, ἐπίτροπος και ἐργάτης… Τοῖς μὲν ἐλευθεριωτέροις τιμῆς μεταδιδόναι, τοῖς δ’ ἐργάταις τροφῆς πλῆθος…» (Πρέπει πρώτα να ετοιμάζετε τους δούλους σπουδαίους. Είναι δύο τα είδη των δούλων, ο επίτροπος και ο εργάτης. Στους πιο ελεύθερους να αποδίδετε τιμές και στους εργάτες πλήθος τροφής )
Δούλος λοιπόν ήταν κυρίως ο εργάτης ή ο υπάλληλος, όπως θα λέγαμε σήμερα, ενώ ελεύθερος ήταν το «αφεντικό της επιχείρησης».
Την άποψη αυτή του Αριστοτέλη σχολιάζει ο Γ. Βουλόδημος στο «Περί Ιδ. Βίου αρχ. Ελλήνων-Οδησσός 1875» λέγοντας: «Αυτή η ελευθερία και άνεση των δούλων, όπως αποκαλείται από τον Αριστοτέλη, ήταν απόρροια της αττικής νομοθεσίας, η οποία παρείχε στον δούλο μεγάλη προστασία και ευρύ πεδίο δράσης, σχεδόν και τα χαρακτηριστικά του ελεύθερου άντρα, την παρρησία δηλαδή και την ισηγορία».
Οι δούλοι έτρεφαν μεγάλη αγάπη για την οικογένεια για την οποία εργάζονταν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η επιστροφή του Τηλεμάχου από την Σπάρτη και η άμεση αντίδραση των δούλων που έσπευσαν να τον φιλήσουν «κύνεον ἀγαπαζόμεναι κεφαλήν τε καὶ ὢμους».
Μιλούσαν επιπλέον μεταξύ τους ως ίσος προς ίσο. Η Πηνελόπη αποκαλεί την Ευρυνόμη «Μαῖα» (σεβαστή μητέρα), ο Τηλέμαχος προσφωνεί τον δούλο χοιροβοσκό «ἂττα» (παππούλη) αλλά και οι δούλοι καλούν τους «κυρίους» τους με τα μικρά τους ονόματα. Ο Ετεωνεύς για παράδειγμα, δούλος του Μενελάου, τον αποκαλεί «ὦ Μενάλαε» (ραψ. δ 26), όπως και η δούλη του Έκτορα «Ἒκτορ» (ραψ. Ζ 382).
Επομένως ο θεσμός της δουλοπρέπειας και της υποταγής δεν γεννήθηκε στην Ελλάδα, στην χώρα των ελεύθερων και περήφανων ανθρώπων. Τέτοια έθιμα υπήρχαν στην «σκληρή γη» της Ασίας, όπου οι δυνάστες απαιτούσαν να τους λατρεύουν ως θεούς και ξεσπούσαν την οργή τους πάνω στους σκλάβους… Τέτοια έθιμα υπήρχαν και στην «πολιτισμένη» Ρώμη, όπου αντιμετώπιζαν τους σκλάβους ως πράγματα και δεν έδιναν καμία αξία στην ζωή τους. Αντίθετα τους μαστίγωναν, όταν δεν υπάκουαν στις εντολές. Άλλο λοιπόν σκλάβος άλλο δούλος ή είλωτας.
(Τον θεσμό της «δουλείας» στην Ρώμη θα τον αναλύσουμε σε επόμενο άρθρο μας)
Παρέθεσα μόνο ένα μικρό μέρος από τα στοιχεία που οδηγούν αβίαστα στο συμπέρασμα ότι οι αρχαίοι Έλληνες ναι μεν διέθεταν δούλους αλλά τους αντιμετώπιζαν με απόλυτο σεβασμό και αγάπη, όπως ακριβώς και τα μέλη της οικογένειας τους! Επομένως οι ρίζες του ρατσισμού ίσως πρέπει να αναζητηθούν αλλού…
Ελένη Γεωργακάκη, φοιτήτρια Φιλολογίας για το ΠΥΓΜΗ.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου