Το 1913 ήταν αναμφισβήτητα μια χρονιά ιδιαίτερα σημαντική για το μέλλον της Ελλάδας, η οποία μόλις 16 χρόνια πριν είχε γνωρίσει ταπεινωτική ήττα στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897, έτος που έμεινε στην ιστορία ως το «Μαύρο '97». Το κρητικό ζήτημα είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στον πόλεμο του '97 και, παρά την αντικειμενικά ατυχή έκβασή του για την ελληνική πλευρά, για την Κρήτη υπήρξε, χωρίς ίχνος υπερβολής, ευεργετικός.
Αυτό, διότι με τη λήξη του πολέμου οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής αποφασίζουν την ανεξαρτητοποίηση της Κρήτης και την ίδρυση της Κρητικής Πολιτείας, η οποία αποτέλεσε τον «προθάλαμο» της τελικής ένωσης με την Ελλάδα, όπου και νομοτελειακά ανήκε ανέκαθεν. Αλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι την ίδια χρονιά η λήξη του Δεύτερου Βαλκανικού Πολέμου βρήκε την Ελλάδα στο στρατόπεδο των νικητών και με τα εδάφη της διπλασιασμένα, μιας και σε αυτά προστέθηκαν η Μακεδονία και μεγάλο μέρος της Ηπείρου και της Θράκης.
Οσον αφορά την Κρήτη, το 1913 θα μπορούσε εύκολα να χαρακτηριστεί ως το έτος-σταθμός για το νησί, αφού την 1η Φεβρουαρίου απαλλάχτηκε οριστικά από τις «Προστάτιδες» Δυνάμεις και την 1η Δεκεμβρίου, σε μια λαμπρή τελετή στο φρούριο του Φιρκά των Χανίων, παρουσία του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και του Βασιλιά Κωνσταντίνου, οι βετεράνοι επαναστάτες Αναγνώστης Μάντακας και Χατζημιχάλης Γιάνναρης, από τους Λάκκους, ύψωσαν τη γαλανόλευκη επισφραγίζοντας και τυπικά πια την ένωση με την Ελλάδα.
Στην καρδιά των Κρητικών, ωστόσο, αυτή η ένωση μόνο συμβολικό χαρακτήρα είχε, αφού κατά το παρελθόν απέδειξαν ότι ο ομφάλιος λώρος που τους συνδέει με τη μητροπολιτική Ελλάδα ουδέποτε κόπηκε, παρά τα 700 και πλέον χρόνια σκλαβιάς. Αυτό μαρτυρούν οι δεκάδες επαναστάσεις των Κρητών ενάντια τόσο στους Ενετούς όσο και στους Οθωμανούς κατακτητές. Επιπλέον, «πιστοποιητικό» της φιλοπατρίας των Κρητών αποτελεί και η συμμετοχή τους σχεδόν στο σύνολο των απελευθερωτικών αγώνων του έθνους, με τη συνεισφορά τους στον Μακεδονικό Αγώνα να καταλαμβάνει δεσπόζουσα θέση στο πάνθεον της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας.
Ο Μοναστηριώτης Μακεδονομάχος και μετέπειτα υπουργός Εσωτερικών και Παιδείας Γεώργιος Μόδης γράφει σχετικά: «Πώς βρέθηκαν από τα κρητικά βουνά στην απόμερη αυτή μακεδονική γωνιά, που μόνο ακουστά την είχαν, τόσοι πολλοί Κρητικοί είναι από τα θαυμαστά της ελληνικής ψυχής. Εμαθαν ότι ζητούνταν παλικάρια πρόθυμα να παίξουν τη ζωή τους σε έναν εθνικό σκοπό και έτρεξαν για τη σωτηρία των αδελφών Μακεδόνων και ολόκληρος η Κρήτη είχε μεταβληθεί σε στρατόπεδο του Μακεδονικού Αγώνος».
Η συνεισφορά των Κρητών στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, ωστόσο, δεν περιορίστηκε στη Μακεδονία. Κρητικό αίμα χύθηκε και στην εξίσου «μακρινή» Βόρειο Ηπειρο κατά την εκεί Επανάσταση του 1914, ελάχιστους μόλις μήνες μετά την ένωση της μεγαλονήσου με την Ελλάδα. «Τα εθελοντικά σώματα των Κρητών εις τον τομέα Λεσκοβικίου - Κολώνιας έσωσαν την κατάστασιν και συνέβαλαν εις τον θρίαμβον των Ηπειρωτικών όπλων κατά τον επικόν αγώνα του 1914» αναφέρει ο υπουργός Στρατιωτικών της Προσωρινής Κυβέρνησης της Βορείου Ηπείρου Δημήτριος Δούλης.
Τα παραδείγματα αυτά αποτελούν τα αδιάσειστα στοιχεία της προσήλωσης των Κρητών στις εκάστοτε επιταγές της πατρίδας, την οποία δεν λησμόνησαν. Κρίνοντας, λοιπόν, με την ψυχραιμία της χρονικής απόστασης θα μπορούσε κανείς να πει ότι η πολυπόθητη «Ενωσις» του 1913 ήταν ζήτημα χρόνου, ο οποίος με καθεμιά από τις δεκάδες επαναστάσεις της Κρήτης όλο και λιγόστευε.
Αγγελος Σκορδάς
ΠΗΓΗ
Αυτό, διότι με τη λήξη του πολέμου οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής αποφασίζουν την ανεξαρτητοποίηση της Κρήτης και την ίδρυση της Κρητικής Πολιτείας, η οποία αποτέλεσε τον «προθάλαμο» της τελικής ένωσης με την Ελλάδα, όπου και νομοτελειακά ανήκε ανέκαθεν. Αλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι την ίδια χρονιά η λήξη του Δεύτερου Βαλκανικού Πολέμου βρήκε την Ελλάδα στο στρατόπεδο των νικητών και με τα εδάφη της διπλασιασμένα, μιας και σε αυτά προστέθηκαν η Μακεδονία και μεγάλο μέρος της Ηπείρου και της Θράκης.
Οσον αφορά την Κρήτη, το 1913 θα μπορούσε εύκολα να χαρακτηριστεί ως το έτος-σταθμός για το νησί, αφού την 1η Φεβρουαρίου απαλλάχτηκε οριστικά από τις «Προστάτιδες» Δυνάμεις και την 1η Δεκεμβρίου, σε μια λαμπρή τελετή στο φρούριο του Φιρκά των Χανίων, παρουσία του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και του Βασιλιά Κωνσταντίνου, οι βετεράνοι επαναστάτες Αναγνώστης Μάντακας και Χατζημιχάλης Γιάνναρης, από τους Λάκκους, ύψωσαν τη γαλανόλευκη επισφραγίζοντας και τυπικά πια την ένωση με την Ελλάδα.
Στην καρδιά των Κρητικών, ωστόσο, αυτή η ένωση μόνο συμβολικό χαρακτήρα είχε, αφού κατά το παρελθόν απέδειξαν ότι ο ομφάλιος λώρος που τους συνδέει με τη μητροπολιτική Ελλάδα ουδέποτε κόπηκε, παρά τα 700 και πλέον χρόνια σκλαβιάς. Αυτό μαρτυρούν οι δεκάδες επαναστάσεις των Κρητών ενάντια τόσο στους Ενετούς όσο και στους Οθωμανούς κατακτητές. Επιπλέον, «πιστοποιητικό» της φιλοπατρίας των Κρητών αποτελεί και η συμμετοχή τους σχεδόν στο σύνολο των απελευθερωτικών αγώνων του έθνους, με τη συνεισφορά τους στον Μακεδονικό Αγώνα να καταλαμβάνει δεσπόζουσα θέση στο πάνθεον της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας.
Ο Μοναστηριώτης Μακεδονομάχος και μετέπειτα υπουργός Εσωτερικών και Παιδείας Γεώργιος Μόδης γράφει σχετικά: «Πώς βρέθηκαν από τα κρητικά βουνά στην απόμερη αυτή μακεδονική γωνιά, που μόνο ακουστά την είχαν, τόσοι πολλοί Κρητικοί είναι από τα θαυμαστά της ελληνικής ψυχής. Εμαθαν ότι ζητούνταν παλικάρια πρόθυμα να παίξουν τη ζωή τους σε έναν εθνικό σκοπό και έτρεξαν για τη σωτηρία των αδελφών Μακεδόνων και ολόκληρος η Κρήτη είχε μεταβληθεί σε στρατόπεδο του Μακεδονικού Αγώνος».
Η συνεισφορά των Κρητών στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, ωστόσο, δεν περιορίστηκε στη Μακεδονία. Κρητικό αίμα χύθηκε και στην εξίσου «μακρινή» Βόρειο Ηπειρο κατά την εκεί Επανάσταση του 1914, ελάχιστους μόλις μήνες μετά την ένωση της μεγαλονήσου με την Ελλάδα. «Τα εθελοντικά σώματα των Κρητών εις τον τομέα Λεσκοβικίου - Κολώνιας έσωσαν την κατάστασιν και συνέβαλαν εις τον θρίαμβον των Ηπειρωτικών όπλων κατά τον επικόν αγώνα του 1914» αναφέρει ο υπουργός Στρατιωτικών της Προσωρινής Κυβέρνησης της Βορείου Ηπείρου Δημήτριος Δούλης.
Τα παραδείγματα αυτά αποτελούν τα αδιάσειστα στοιχεία της προσήλωσης των Κρητών στις εκάστοτε επιταγές της πατρίδας, την οποία δεν λησμόνησαν. Κρίνοντας, λοιπόν, με την ψυχραιμία της χρονικής απόστασης θα μπορούσε κανείς να πει ότι η πολυπόθητη «Ενωσις» του 1913 ήταν ζήτημα χρόνου, ο οποίος με καθεμιά από τις δεκάδες επαναστάσεις της Κρήτης όλο και λιγόστευε.
Αγγελος Σκορδάς
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου