Ο ΓΙΟΣ του Περσεα Ηλεκτρύων, βασιλιάς των Μυκηνών και σύζυγος της Αναξους, ξεκίνησε εκστρατεία για να πάρει εκδίκηση από τούς Ταφιους και τους Τηλεβόες, οι όποιοι είχαν συμμαχήσει για μια νικηφόρα επίθεση εναντίον του κοπαδιού του Ηλεκτρύωνα , την είχε σχεδιάσει κάποιος Πτερέλαος, διεκδικητής του θρόνου των Μυκηνών, και στις συμπλοκές σκοτώθηκαν οκτώ από τούς γιους του Ηλεκτρύωνα. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του η αντιβασιλεία ανατέθηκε στον ανιψιό του και βασιλιά της Τροιζηνας Αμφιτρύωνα.
- Βασίλευε με σύνεση και εφόσον νικήσω, θα σε παντρέψω με την κόρη μου Αλκμήνη! φώναξε αποχαιρετώντας τον ο Ηλεκτρύων.
Ο Αμφιτρύων, μόλις έμαθε ότι το κλεμμένο κοπάδι βρέθηκε στην κατοχή του βασιλιά της Ήλιδας, πλήρωσε τα μεγάλα λύτρα πού του ζήτησε και κάλεσε τον Ηλεκτρύωνα να επιστρέψει για να το αναγνωρίσει . Ο Ηλεκτρύων δεν χάρηκε καθόλου όταν κατάλαβε ότι ο Αμφιτρύων περίμενε να εισπράξει από τον ίδιον το τίμημα των λύτρων ρώτησε θυμωμένος λοιπόν με ποίο δικαίωμα οι Ηλείοι πουλάνε κλεμμένα ζώα, και για ποίο λόγο συναίνεσε ο Αμφιτρύων σε τούτη την άπάτη; Ο Αμφιτρύων θεώρησε υποτιμητικό να απαντήσει στην ερώτηση και για να ξεσπάσει έριξε το ρόπαλό του σε μια αγελάδα πού είχε ξεφύγει από το κοπάδι , το ρόπαλο χτύπησε στα κέρατα του ζωντανού, άλλαξε κατεύθυνση και σκότωσε τον Ηλεκτρύωνα. Ύστερα από αυτά ο θειος του, ο Σθένελος, εξόρισε τον Αμφιτρύωνα κρατώντας τις Μυκήνες και την Τίρυνθα για τον εαυτό του, ενώ παραχώρησε την υπόλοιπη χώρα στους δύο γιους του Πέλοπα, στον Ατρέα και στον Θυέστη, ορίζοντας τη Μιδέα ως πρωτεύουσα (1).
Ο Αμφιτρύων διέφυγε στη Θήβα μαζί με την Αλκμήνη, όπου ο βασιλιάς Κρέων τον εξάγνισε και επιπλέον πάντρεψε την αδελφή του Περιμηδη με τον Λικύμνιο, μοναδικό διασωθέντα γιο του Ηλεκτρύωνα: ήταν το νόθο πού του είχε κάνει μια Φρυγη ονόματι Μιδεα (2). Η θεοσεβούμενη Αλκμήνη όμως δεν δεχόταν να πλαγιάσει με τον Αμφιτρύωνα όσο εκείνος δεν έπαιρνε εκδίκηση για το θάνατο των οκτώ αδελφών της . Ο Κρέων λοιπόν επέτρεψε στον Αμφιτρύωνα να μαζέψει στρατό στη Βοιωτία για να εκδικηθεί, υπό την αίρεση ότι προηγουμένως θα έσωζε τη Θήβα από την Τευμησια αλεπού , έτσι και έγινε, με τη βοήθεια του φημισμένου κυνηγόσκυλου Λαίλαπα πού είχε δανειστεί ο Αμφιτρύων από τον Κέφαλο τον Αθηναίο . Έπειτα νίκησε τούς Τηλεβόες και τούς Τάφους με τη βοήθεια αθηναϊκών, φωκικων, αργειακων και λοκρικων στρατευμάτων και δώρισε τα νησιά τους στους συμμάχους του, μεταξύ τους και στον θειο του Έλειο.
Εν τώ μεταξύ ο Ζευς εκμεταλλεύτηκε την απουσία του Αμφιτρύωνα υποδυόμενός τον άντρα της καθησύχασε την Αλκμήνη ότι είχε πάρει εκδίκηση για τα αδέλφια της – αφού ο Αμφιτρύων πράγματι εκείνο το πρωί είχε πετύχει τη νίκη πού τόσο ποθούσε η Αλκμήνη – και πέρασε μια ολόκληρη νύχτα μαζί της, μόνο πού εκείνη η νύχτα κράτησε όσο τρεις (3). Ο Ερμής κατ’ εντολή του Δία πρόσταξε τον Ήλιο να σβήσει τις ηλιαχτίδες του, να βάλει τις Ώρες να ξεζέψουν τα άλογα από το άρμα του και την επόμενη να μείνει σπίτι του, επειδή η δημιουργία ενός ήρωα, όσο μεγάλο τον επιθυμούσε ο Ζευς, δεν γινόταν από τη μια στιγμή στην άλλη. Ο Ήλιος υπάκουσε μουρμουρίζοντας κάτι για τούς παλιούς καλούς καιρούς, όταν ήμέρα ήταν μέρα και η νύχτα ήταν νύχτα, και όταν ο Κρόνος, ο τότε παντοδύναμος, δεν παρατούσε τη νόμιμη γυναίκα του να πεταχτεί μέχρι τη Θήβα για ερωτοδουλειές. Έπειτα ο Ερμής πρόσταξε τη Σελήνη να αργοπορήσει και τον Ύπνο να κοίμηση τόσο βαθιά την ανθρωπότητα, ώστε μην αντιληφθεί κανείς τι συνέβαινε (4). Τέλεια παραπλανημένη η Αλκμήνη άκουγε ευτυχισμένη την αφήγηση του άντρα της για τη συντριπτική ήττα του Πτερελαου στην Οιχαλία και πέρασε ανυποψίαστη διασκεδάζοντας με τον υποτιθέμενο σύζυγό της τριάντα έξι ολόκληρες ώρες. Όταν την επόμενη μέρα επέστρεψε ο Αμφιτρύων φουσκωμένος από τη νίκη του και από τον έρωτα για τη γυναίκα του, η Αλκμήνη δεν τον υποδέχτηκε στο συζυγικό κρεβάτι τόσο ενθουσιασμένη όσο θα περίμενε εκείνος.
- Δεν κλείσαμε μάτι τη νύχτα, παραπονιόταν. Και σίγουρα δεν έχεις την απαίτηση να ακούσω δύο φορές διάλεξη για τα κατορθώματα σου.
Ο Αμφιτρύων δεν μπορούσε να καταλάβει τα λόγια της γυναίκας του συμβουλεύτηκε τον Τειρεσία κι εκείνος του μαρτύρησε ότι ο Ζευς τον είχε στολίσει με κέρατα. Έκτοτε ο Αμφιτρύων δεν τόλμησε να πλαγιάσει με την Αλκμήνη φοβούμενός μην ξυπνήσει τη ζήλια του Δία (5).
Ύστερα από εννέα μήνες ο Ζευς παινεύτηκε τυχαία πάνω στον Όλυμπο ότι θα γινόταν πατέρας ενός γιου πού θα γεννιόταν σύντομα , θα τον ονόμαζε Ηρακλή, «κλέος της Ήρας», και θα βασίλευε στον ευγενή οίκο του Περσεα . Η Ήρα τον έβαλε τότε να της υποσχεθεί ότι θα γινόταν βασιλιάς όποιος Περσειδης πρίγκιπας γεννιόταν προτού πέσει η νύχτα. Μόλις πήρε τον όρκο η Ήρα έτρεξε στις Μυκήνες για να επισπεύσει τούς πόνους της γέννας της Νικιππης, γυναίκας του Σθενελου. Από εκεί πήγε στη Θήβα, κούρνιασε σταυροπόδι μπροστά στην πόρτα της Αλκμήνης, έδεσε κόμπους τα ρούχα της και έμπλεξε τα δάχτυλά της σφιχτά καθυστερώντας τη γέννηση του Ηρακλή, ώσπου να τοποθετήσουν στην κούνια του τον εφταμηνίτικο γιο του Σθενελου Ευρυσθέα. Όταν με καθυστέρηση μιας ώρας γεννήθηκε επιτέλους ο Ηρακλής, βρέθηκε ότι είχε και δίδυμο αδελφό τον Ιφικλή, γιο του Αμφιτρύωνα, και κατά μια νύχτα νεότερο. Μερικοί ισχυρίζονται ότι ο Ηρακλής και όχι ο Ιφικλής ήταν νεότερος κατά μια νύχτα άλλοι πάλι ότι η σύλληψη των διδύμων έγινε την ίδια νύχτα, η γέννηση τους επίσης και ότι ο Πατέρας Ζευς πλημμύρισε θεϊκό φως το δωμάτιο του τοκετού. Στην αρχή ο Ηρακλής λεγόταν Αλκαίος ή Παλαίμων (6).
Μόλις επέστρεψε η Ήρα στον Όλυμπο και καυχήθηκε κυνικά ότι είχε καταφέρει να απομακρύνει την Ειλείθυια , τη θεά του τοκετού, από την πόρτα της Αλκμήνης, ο Ζευς θύμωσε φοβερά. Άρπαξε την Ατή , τη μεγαλύτερη κόρη του πού συμμετείχε στην παραπλάνηση του από την Ήρα, και έδωσε ιερό όρκο ότι η κοπέλα δεν θα ξαναπατούσε στον Όλυμπο, τη στριφογύρισε από τα μαλλιά γύρω από το κεφάλι του και την πέταξε κάτω στη γη. Βέβαια δεν μπορούσε να πάρει πίσω το λόγο του και να βασιλέψει ο γιος του ο Ηρακλής στον οίκο του Περσεα , κατάφερε όμως να πείσει την Ήρα να γίνει θεός , εφόσον εκτελούσε τούς δώδεκα άθλους πού θα του ανέθετε ο Ευρυσθεύς.
Αντίθετα από τις προηγούμενες θνητές ερωμένες του, αρχής γενόμενης από τη Νιόβη, ο Ζευς προτίμησε την Αλκμήνη όχι τόσο για την απόλαυση του – μολονότι ξεπερνούσε σε ομορφιά, σε καταγωγή και σε εξυπνάδα όλες τις γυναίκες της εποχής της – όσο για να γεννήσουν μαζί έναν γιο δυνατό, ικανό να υπερασπιστεί τούς ανθρώπους αλλά και τούς θεούς από την καταστροφή. Η Αλκμήνη, απόγονος της Νιόβης, και μάλιστα δέκατης έκτης γενεάς, στάθηκε η τελευταία θνητή με την οποία έσμιξε ο Ζευς επειδή έβλεπε ότι με καμία άλλη δεν θα μπορούσε να γεννήσει ήρωα ισάξιο του Ηρακλή , εξάλλου εκτιμούσε τόσο πολύ την Αλκμήνη ώστε δεν την έκανε βιαία δική του: μπήκε στον κόπο να υποδυθεί τον Αμφιτρύωνα και να κερδίσει την εύνοια της με γλυκόλογα και χάδία. Ήξερε ότι η Αλκμήνη ήταν αδιάφθορη και όταν την αυγή της πρόσφερε ως δωρο ένα κύπελλο καρχησιο, εκείνη το δέχτηκε νομίζοντας ότι είναι λάφυρο, κληρονομιά των Τηλεβόων από τον πατέρα της Ποσειδώνα (8).
Μερικοί ισχυρίζονται ότι η Ήρα δεν καθυστέρησε η ίδια προσωπικά τη γεννά της Αλκμήνης, άλλά ότι έστειλε μάγισσες τις οποίες ξεγέλασε η Ιστορίς, κόρη του Τειρεσία, μπήγοντας κραυγή χαράς από το δωμάτιο του τοκετού – το οποίο αιώνες αργότερα υπήρχε ακόμα στη Θήβα. Στο άκουσμα της οι μάγισσες έφυγαν και μπόρεσε επιτέλους να γεννηθεί το παιδί. Κατ’ άλλους, ενώ η Ειλείθυια παρέτεινε τούς πόνους της γέννας για χάρη της Ήρας, μια πιστή υπηρέτρια της Αλκμήνης, η ξανθή Γαλανθίς ή Γαλην, πετάχτηκε έξω από το δωμάτιο με την ψεύτικη είδηση ότι επιτέλους είχε γεννηθεί το παιδί. Όταν η Eιλείθυια αναπήδησε από την έκπληξη λύνοντας τη γροθιά της και ξεσταυρώνοντας τα πόδια της, γεννήθηκε ο Ηρακλής και η Γαλανθίς ξεκαρδίστηκε με το πετυχημένο της κόλπο, με αποτέλεσμα να την αρπάξει η Ειλείθυια από τα μαλλιά και να την μεταμορφώσει σε νυφίτσα . Η Γαλανθίς συνέχισε να επισκέπτεται στο σπίτι της Aλκμηνης, η Ήρα όμως την τιμώρησε επειδή είχε πει ψέματα: την καταδίκασε να γεννάει πάντα τα μικρά της από το στόμα. Οι Θηβαίοι, προτού θυσιάσουν στο βωμό του Ηρακλή, προσέφεραν θυσίες στη Γαλανθίδα , την αποκαλούσαν επίσης Γαλινθιάδα και τη θεωρούσαν κόρη του Προιτου και τροφό του Ηρακλή, ο όποιος αργότερα ίδρυσε προς τιμήν της Ιερό (9).
Οι Αθηναίοι γελούσαν ειρωνικά με τούτο το παραμύθι. Θεωρούσαν τη Γαλανθίδα εταίρα πού τη μεταμόρφωσε η Εκάτη σε νυφίτσα τιμωρώντας τη για την υπερβολική λαγνεία της. Έτυχε να περνάει μπροστά από το σπίτι της , Αλκμήνης, τότε πού η Ήρα παρέτεινε ατελείωτα τις ωδίνες της, και τρόμαξε τόσο τη λεχώνα πού γέννησε αμέσως (10).
Τα γενέθλια του Ηρακλή γιορτάζονταν την τέταρτη ήμέρα κάθε μηνός άλλοι ισχυρίζονται ότι γεννήθηκε μόλις ο Ήλιος μπήκε στο Δέκατο Σημείο του Ζωδιακού Κύκλου κατ’ άλλους η Μεγάλη Άρκτος τον αντίκρισε δεκάμηνο μωρό από ψηλά όταν κατά τα μεσάνυχτα πέρασε πάνω από τον Ωρίωνα πηγαίνοντας δυτικά – όταν ο Ήλιος βγαίνει από το Δωδέκατο Σημείο του Ζωδιακού Κύκλου δηλαδή.
ΠΗΓΗ
- Βασίλευε με σύνεση και εφόσον νικήσω, θα σε παντρέψω με την κόρη μου Αλκμήνη! φώναξε αποχαιρετώντας τον ο Ηλεκτρύων.
Ο Αμφιτρύων, μόλις έμαθε ότι το κλεμμένο κοπάδι βρέθηκε στην κατοχή του βασιλιά της Ήλιδας, πλήρωσε τα μεγάλα λύτρα πού του ζήτησε και κάλεσε τον Ηλεκτρύωνα να επιστρέψει για να το αναγνωρίσει . Ο Ηλεκτρύων δεν χάρηκε καθόλου όταν κατάλαβε ότι ο Αμφιτρύων περίμενε να εισπράξει από τον ίδιον το τίμημα των λύτρων ρώτησε θυμωμένος λοιπόν με ποίο δικαίωμα οι Ηλείοι πουλάνε κλεμμένα ζώα, και για ποίο λόγο συναίνεσε ο Αμφιτρύων σε τούτη την άπάτη; Ο Αμφιτρύων θεώρησε υποτιμητικό να απαντήσει στην ερώτηση και για να ξεσπάσει έριξε το ρόπαλό του σε μια αγελάδα πού είχε ξεφύγει από το κοπάδι , το ρόπαλο χτύπησε στα κέρατα του ζωντανού, άλλαξε κατεύθυνση και σκότωσε τον Ηλεκτρύωνα. Ύστερα από αυτά ο θειος του, ο Σθένελος, εξόρισε τον Αμφιτρύωνα κρατώντας τις Μυκήνες και την Τίρυνθα για τον εαυτό του, ενώ παραχώρησε την υπόλοιπη χώρα στους δύο γιους του Πέλοπα, στον Ατρέα και στον Θυέστη, ορίζοντας τη Μιδέα ως πρωτεύουσα (1).
Ο Αμφιτρύων διέφυγε στη Θήβα μαζί με την Αλκμήνη, όπου ο βασιλιάς Κρέων τον εξάγνισε και επιπλέον πάντρεψε την αδελφή του Περιμηδη με τον Λικύμνιο, μοναδικό διασωθέντα γιο του Ηλεκτρύωνα: ήταν το νόθο πού του είχε κάνει μια Φρυγη ονόματι Μιδεα (2). Η θεοσεβούμενη Αλκμήνη όμως δεν δεχόταν να πλαγιάσει με τον Αμφιτρύωνα όσο εκείνος δεν έπαιρνε εκδίκηση για το θάνατο των οκτώ αδελφών της . Ο Κρέων λοιπόν επέτρεψε στον Αμφιτρύωνα να μαζέψει στρατό στη Βοιωτία για να εκδικηθεί, υπό την αίρεση ότι προηγουμένως θα έσωζε τη Θήβα από την Τευμησια αλεπού , έτσι και έγινε, με τη βοήθεια του φημισμένου κυνηγόσκυλου Λαίλαπα πού είχε δανειστεί ο Αμφιτρύων από τον Κέφαλο τον Αθηναίο . Έπειτα νίκησε τούς Τηλεβόες και τούς Τάφους με τη βοήθεια αθηναϊκών, φωκικων, αργειακων και λοκρικων στρατευμάτων και δώρισε τα νησιά τους στους συμμάχους του, μεταξύ τους και στον θειο του Έλειο.
Εν τώ μεταξύ ο Ζευς εκμεταλλεύτηκε την απουσία του Αμφιτρύωνα υποδυόμενός τον άντρα της καθησύχασε την Αλκμήνη ότι είχε πάρει εκδίκηση για τα αδέλφια της – αφού ο Αμφιτρύων πράγματι εκείνο το πρωί είχε πετύχει τη νίκη πού τόσο ποθούσε η Αλκμήνη – και πέρασε μια ολόκληρη νύχτα μαζί της, μόνο πού εκείνη η νύχτα κράτησε όσο τρεις (3). Ο Ερμής κατ’ εντολή του Δία πρόσταξε τον Ήλιο να σβήσει τις ηλιαχτίδες του, να βάλει τις Ώρες να ξεζέψουν τα άλογα από το άρμα του και την επόμενη να μείνει σπίτι του, επειδή η δημιουργία ενός ήρωα, όσο μεγάλο τον επιθυμούσε ο Ζευς, δεν γινόταν από τη μια στιγμή στην άλλη. Ο Ήλιος υπάκουσε μουρμουρίζοντας κάτι για τούς παλιούς καλούς καιρούς, όταν ήμέρα ήταν μέρα και η νύχτα ήταν νύχτα, και όταν ο Κρόνος, ο τότε παντοδύναμος, δεν παρατούσε τη νόμιμη γυναίκα του να πεταχτεί μέχρι τη Θήβα για ερωτοδουλειές. Έπειτα ο Ερμής πρόσταξε τη Σελήνη να αργοπορήσει και τον Ύπνο να κοίμηση τόσο βαθιά την ανθρωπότητα, ώστε μην αντιληφθεί κανείς τι συνέβαινε (4). Τέλεια παραπλανημένη η Αλκμήνη άκουγε ευτυχισμένη την αφήγηση του άντρα της για τη συντριπτική ήττα του Πτερελαου στην Οιχαλία και πέρασε ανυποψίαστη διασκεδάζοντας με τον υποτιθέμενο σύζυγό της τριάντα έξι ολόκληρες ώρες. Όταν την επόμενη μέρα επέστρεψε ο Αμφιτρύων φουσκωμένος από τη νίκη του και από τον έρωτα για τη γυναίκα του, η Αλκμήνη δεν τον υποδέχτηκε στο συζυγικό κρεβάτι τόσο ενθουσιασμένη όσο θα περίμενε εκείνος.
- Δεν κλείσαμε μάτι τη νύχτα, παραπονιόταν. Και σίγουρα δεν έχεις την απαίτηση να ακούσω δύο φορές διάλεξη για τα κατορθώματα σου.
Ο Αμφιτρύων δεν μπορούσε να καταλάβει τα λόγια της γυναίκας του συμβουλεύτηκε τον Τειρεσία κι εκείνος του μαρτύρησε ότι ο Ζευς τον είχε στολίσει με κέρατα. Έκτοτε ο Αμφιτρύων δεν τόλμησε να πλαγιάσει με την Αλκμήνη φοβούμενός μην ξυπνήσει τη ζήλια του Δία (5).
Ύστερα από εννέα μήνες ο Ζευς παινεύτηκε τυχαία πάνω στον Όλυμπο ότι θα γινόταν πατέρας ενός γιου πού θα γεννιόταν σύντομα , θα τον ονόμαζε Ηρακλή, «κλέος της Ήρας», και θα βασίλευε στον ευγενή οίκο του Περσεα . Η Ήρα τον έβαλε τότε να της υποσχεθεί ότι θα γινόταν βασιλιάς όποιος Περσειδης πρίγκιπας γεννιόταν προτού πέσει η νύχτα. Μόλις πήρε τον όρκο η Ήρα έτρεξε στις Μυκήνες για να επισπεύσει τούς πόνους της γέννας της Νικιππης, γυναίκας του Σθενελου. Από εκεί πήγε στη Θήβα, κούρνιασε σταυροπόδι μπροστά στην πόρτα της Αλκμήνης, έδεσε κόμπους τα ρούχα της και έμπλεξε τα δάχτυλά της σφιχτά καθυστερώντας τη γέννηση του Ηρακλή, ώσπου να τοποθετήσουν στην κούνια του τον εφταμηνίτικο γιο του Σθενελου Ευρυσθέα. Όταν με καθυστέρηση μιας ώρας γεννήθηκε επιτέλους ο Ηρακλής, βρέθηκε ότι είχε και δίδυμο αδελφό τον Ιφικλή, γιο του Αμφιτρύωνα, και κατά μια νύχτα νεότερο. Μερικοί ισχυρίζονται ότι ο Ηρακλής και όχι ο Ιφικλής ήταν νεότερος κατά μια νύχτα άλλοι πάλι ότι η σύλληψη των διδύμων έγινε την ίδια νύχτα, η γέννηση τους επίσης και ότι ο Πατέρας Ζευς πλημμύρισε θεϊκό φως το δωμάτιο του τοκετού. Στην αρχή ο Ηρακλής λεγόταν Αλκαίος ή Παλαίμων (6).
Μόλις επέστρεψε η Ήρα στον Όλυμπο και καυχήθηκε κυνικά ότι είχε καταφέρει να απομακρύνει την Ειλείθυια , τη θεά του τοκετού, από την πόρτα της Αλκμήνης, ο Ζευς θύμωσε φοβερά. Άρπαξε την Ατή , τη μεγαλύτερη κόρη του πού συμμετείχε στην παραπλάνηση του από την Ήρα, και έδωσε ιερό όρκο ότι η κοπέλα δεν θα ξαναπατούσε στον Όλυμπο, τη στριφογύρισε από τα μαλλιά γύρω από το κεφάλι του και την πέταξε κάτω στη γη. Βέβαια δεν μπορούσε να πάρει πίσω το λόγο του και να βασιλέψει ο γιος του ο Ηρακλής στον οίκο του Περσεα , κατάφερε όμως να πείσει την Ήρα να γίνει θεός , εφόσον εκτελούσε τούς δώδεκα άθλους πού θα του ανέθετε ο Ευρυσθεύς.
Αντίθετα από τις προηγούμενες θνητές ερωμένες του, αρχής γενόμενης από τη Νιόβη, ο Ζευς προτίμησε την Αλκμήνη όχι τόσο για την απόλαυση του – μολονότι ξεπερνούσε σε ομορφιά, σε καταγωγή και σε εξυπνάδα όλες τις γυναίκες της εποχής της – όσο για να γεννήσουν μαζί έναν γιο δυνατό, ικανό να υπερασπιστεί τούς ανθρώπους αλλά και τούς θεούς από την καταστροφή. Η Αλκμήνη, απόγονος της Νιόβης, και μάλιστα δέκατης έκτης γενεάς, στάθηκε η τελευταία θνητή με την οποία έσμιξε ο Ζευς επειδή έβλεπε ότι με καμία άλλη δεν θα μπορούσε να γεννήσει ήρωα ισάξιο του Ηρακλή , εξάλλου εκτιμούσε τόσο πολύ την Αλκμήνη ώστε δεν την έκανε βιαία δική του: μπήκε στον κόπο να υποδυθεί τον Αμφιτρύωνα και να κερδίσει την εύνοια της με γλυκόλογα και χάδία. Ήξερε ότι η Αλκμήνη ήταν αδιάφθορη και όταν την αυγή της πρόσφερε ως δωρο ένα κύπελλο καρχησιο, εκείνη το δέχτηκε νομίζοντας ότι είναι λάφυρο, κληρονομιά των Τηλεβόων από τον πατέρα της Ποσειδώνα (8).
Μερικοί ισχυρίζονται ότι η Ήρα δεν καθυστέρησε η ίδια προσωπικά τη γεννά της Αλκμήνης, άλλά ότι έστειλε μάγισσες τις οποίες ξεγέλασε η Ιστορίς, κόρη του Τειρεσία, μπήγοντας κραυγή χαράς από το δωμάτιο του τοκετού – το οποίο αιώνες αργότερα υπήρχε ακόμα στη Θήβα. Στο άκουσμα της οι μάγισσες έφυγαν και μπόρεσε επιτέλους να γεννηθεί το παιδί. Κατ’ άλλους, ενώ η Ειλείθυια παρέτεινε τούς πόνους της γέννας για χάρη της Ήρας, μια πιστή υπηρέτρια της Αλκμήνης, η ξανθή Γαλανθίς ή Γαλην, πετάχτηκε έξω από το δωμάτιο με την ψεύτικη είδηση ότι επιτέλους είχε γεννηθεί το παιδί. Όταν η Eιλείθυια αναπήδησε από την έκπληξη λύνοντας τη γροθιά της και ξεσταυρώνοντας τα πόδια της, γεννήθηκε ο Ηρακλής και η Γαλανθίς ξεκαρδίστηκε με το πετυχημένο της κόλπο, με αποτέλεσμα να την αρπάξει η Ειλείθυια από τα μαλλιά και να την μεταμορφώσει σε νυφίτσα . Η Γαλανθίς συνέχισε να επισκέπτεται στο σπίτι της Aλκμηνης, η Ήρα όμως την τιμώρησε επειδή είχε πει ψέματα: την καταδίκασε να γεννάει πάντα τα μικρά της από το στόμα. Οι Θηβαίοι, προτού θυσιάσουν στο βωμό του Ηρακλή, προσέφεραν θυσίες στη Γαλανθίδα , την αποκαλούσαν επίσης Γαλινθιάδα και τη θεωρούσαν κόρη του Προιτου και τροφό του Ηρακλή, ο όποιος αργότερα ίδρυσε προς τιμήν της Ιερό (9).
Οι Αθηναίοι γελούσαν ειρωνικά με τούτο το παραμύθι. Θεωρούσαν τη Γαλανθίδα εταίρα πού τη μεταμόρφωσε η Εκάτη σε νυφίτσα τιμωρώντας τη για την υπερβολική λαγνεία της. Έτυχε να περνάει μπροστά από το σπίτι της , Αλκμήνης, τότε πού η Ήρα παρέτεινε ατελείωτα τις ωδίνες της, και τρόμαξε τόσο τη λεχώνα πού γέννησε αμέσως (10).
Τα γενέθλια του Ηρακλή γιορτάζονταν την τέταρτη ήμέρα κάθε μηνός άλλοι ισχυρίζονται ότι γεννήθηκε μόλις ο Ήλιος μπήκε στο Δέκατο Σημείο του Ζωδιακού Κύκλου κατ’ άλλους η Μεγάλη Άρκτος τον αντίκρισε δεκάμηνο μωρό από ψηλά όταν κατά τα μεσάνυχτα πέρασε πάνω από τον Ωρίωνα πηγαίνοντας δυτικά – όταν ο Ήλιος βγαίνει από το Δωδέκατο Σημείο του Ζωδιακού Κύκλου δηλαδή.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου