Παρασκευή 6 Απριλίου 2012

Κοραής Αδαμάντιος [1748, Σμύρνη - 1833, Παρίσι]

Ο Αδαμάντιος Κοραής συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση του κινήματος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Από το Παρίσι επεδίωξε την πνευματική αφύπνιση των συμπατριωτών του τόσο με την εκδοτική και εν γένει συγγραφική του παραγωγή, όσο και με την συντονισμένη του δράση στην παιδευτική προσπάθεια των συγχρόνων του Ελλήνων λογίων.

Γόνος εύπορης αστικής οικογένειας, γεννήθηκε στις 27 Απριλίου 1748 στη Σμύρνη. Ο πατέρας του Ιωάννης Κοραής, γιος του ιατροφιλοσόφου Αντωνίου Κοραή από τη Χίο, διέμενε στη Σμύρνη και ασχολούνταν με το εμπόριο. Παράλληλα, δραστηριοποιήθηκε στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα της πόλης λαμβάνοντας το αξίωμα του δημογέροντα καθώς και τη θέση του επιτρόπου τοπικής εκκλησίας και του νοσοκομείου [Θερειανός, 1889: 89 και Άμαντος, 1953: 7].

Η μητέρα του Α. Κοραή λεγόταν Θωμαΐδα Ρυσίου και ήταν μία από τις τέσσερις κόρες του λόγιου Αδαμαντίου Πετιρντόγλου ή Ρυσίου. Ο τελευταίος –εκτός από τις εμπορικές του δραστηριότητες- είχε διατελέσει δάσκαλος της ελληνικής φιλολογίας στη Χίο και αργότερα πρόκριτος στη Σμύρνη [Κοραής, 1833: 6].

Ο Α. Κοραής είχε έναν κατά τρία χρόνια μικρότερο αδελφό, τον Ανδρέα, ενώ τα υπόλοιπα έξι παιδιά που απέκτησαν οι γονείς του πέθαναν σε μικρή ηλικία. Αναφέρεται, επίσης, η συγγένειά του με τον λόγιο Ιγνάτιο Περτιτζή και τον ιερομόναχο Κύριλλο, διδάσκαλο της ελληνικής φιλολογίας. [Άμαντος, 1953: 7]

Τα δύο αδέλφια διδάχθηκαν τα πρώτα γράμματα κοντά στη μητέρα τους και στη συνέχεια φοίτησαν στην Ευαγγελική Σχολή, που διεύθυνε τότε ο μοναχός Ιερόθεος Δενδρινός [Κοραής, 1833: 8]. Η αυστηρότητα των εκπαιδευτικών μεθόδων του σχολείου, που ανάγκασαν τον Ανδρέα να εγκαταλείψει τα μαθήματα, από κοινού με την χαμηλού επιπέδου μόρφωση που παρείχε, θα προκαλέσουν τα επικριτικά σχόλια του Κοραή σε μεταγενέστερα κείμενά του. Έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Σμύρνη στρέφει το ενδιαφέρον του στην εκμάθηση ξένων γλωσσών και διδάσκεται ιταλικά, γαλλικά, γερμανικά και λατινικά, ενώ στα 1764 φέρεται να παρακολουθεί και μαθήματα εβραϊκών. Ο ίδιος κάνει ιδιαίτερη μνεία στον δάσκαλό του των λατινικών Ολλανδό εφημέριο Βερνάρδο Κέυν (Bernhard Keun), στον οποίο με τη σειρά του δίδασκε ελληνικά [Μάμουκας, 1989: 9]. Στις μελέτες αυτής της περιόδου χρήσιμο βοήθημα στάθηκε η βιβλιοθήκη που είχε κληρονομήσει από τον παππού του Α. Ρύσιο και στην οποία κατάφευγε συχνά. [ΕΕΕ, 1986:24]

Γύρω στα 1771 του δίνεται η ευκαιρία να συνεχίσει τις πνευματικές του ενασχολήσεις στο εξωτερικό. Ο πατέρας του, ο οποίος εμπορευόταν μεταξωτά στο Βεζεστένιο της Σμύρνης, αποφάσισε να επεκτείνει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στην Ολλανδία και τον έστειλε αντιπρόσωπο στο Άμστερνταμ [Άμαντος, 1953: 9]. Έτσι, διαμέσου Λιβόρνο θα κατευθυνθεί προς την ολλανδική πρωτεύουσα εφοδιασμένος με συστατικές επιστολές του δασκάλου του Κέυν προς τον Andrien Buurt. Κοντά στον τελευταίο πρόκειται να διδαχθεί τα Στοιχεία του Ευκλείδη καθώς και λογική από το βιβλίο της συζύγου του Carolina van Lynden. Η συναναστροφή του με το ζεύγος Buurt τον βοηθά να ενταχθεί στην πνευματική ζωή του τόπου· ασχολείται με τη μουσική, το θέατρο, τις ξένες γλώσσες, ενώ παράλληλα φοιτεί στο ²Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Αθήναιον². [ΕΕΕ, 1986: 24 και Κουρνούτος, 1983: 4]

Ωστόσο, τα ενδιαφέροντά του αυτά φαίνεται να τον αποσπούν από την κύρια εμπορική του απασχόληση. Έπειτα από έξι χρόνια διαμονής στο Άμστερνταμ θα επιστρέψει στη γενέτειρά του πιθανότατα εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η επιχείρησή του [Άμαντος, 1953: 10]. Στο ταξίδι του προς τη Σμύρνη θα βρεθεί προς τα τέλη του 1777 στη Λειψία, όπου συναντάται με τον Θωμά Μανδακάση. Θα μεταβεί κατόπιν στη Βιέννη προκειμένου να επισκεφθεί το θείο του Σωφρόνιο, αρχιεπίσκοπο Βελιγραδίου.

Παραμένει στην αυστριακή πρωτεύουσα για δύο περίπου μήνες και εν συνεχεία κατευθύνεται μέσω Τεργέστης στη Βενετία, πόλη στην οποία θα περάσει ολόκληρο σχεδόν το χειμώνα του 1778 [Κουρνούτος, 1983: 4]. Ο ίδιος προσπαθεί να παρατείνει το ταξίδι της επιστροφής σε μια προσπάθεια να πείσει τους γονείς του να του επιτρέψουν να σπουδάσει ιατρική στη Γαλλία. Οι προσδοκίες του, όμως, πρόκειται να διαψευστούν και έτσι ο Κοραής θα γυρίσει στη γενέτειρά του προς τα τέλη Ιουνίου του 1778. Κατά την τετράχρονη παραμονή του στη Σμύρνη η υγεία του επιδεινώνεται, ενώ παρουσιάζει και συμπτώματα μελαγχολίας με αποτέλεσμα οι γονείς του να εγκρίνουν τελικά την επιθυμία του να μεταβεί στο εξωτερικό για σπουδές. [Κοραής, 1833: 20-21]

Έτσι, στις 9 Οκτωβρίου του 1782 θα φτάσει στο Montpellier της Γαλλίας -με ενδιάμεσους σταθμούς το Λιβόρνο και τη Μασσαλία- για να εγγραφεί στην ιατρική σχολή του τοπικού πανεπιστημίου. Στο εν λόγω εκπαιδευτικό ίδρυμα δίδασκαν τότε οι Broussonet, Grimaud, και Chaptal. Κατά το διάστημα της εκεί φοίτησής του θα ασχοληθεί με τη μελέτη αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων, καθώς και νεότερων δυτικών φιλοσόφων [ΕΕΕ, 1986: 25]. Τον Ιούλιο του 1783 πληροφορείται το θάνατο του πατέρα του, ενώ τον επόμενο χρόνο πρόκειται να χάσει και τη μητέρα του. Είναι η περίοδος που θα αντιμετωπίσει οικονομικά προβλήματα παρά τη χρηματική ενίσχυση που δεχόταν από το δάσκαλό του Keun και άλλους στενούς του φίλους [Κουρνούτος, 1983: 5 και ΕΕΕ, 1986: 25]. Έτσι, θα προβεί για βιοποριστικούς λόγους σε μεταφράσεις γερμανικών και αγγλικών βιβλίων στα γαλλικά. Μεταξύ αυτών αναφέρονται η Κατήχησις του Ρώσου μητροπολίτη Πλάτωνος, η Κλινική Ιατρική του Γερμανού ιατροφιλοσόφου Selle, καθώς και άλλα κείμενα ιατρικού περιεχομένου. [Μάμουκας, 1989: 12]

Το 1786 κυκλοφορεί την πτυχιακή του εργασία με τίτλο Πυρετολογίας Σύνοψις, όπου μελετά το εν λόγω φαινόμενο στα πλαίσια μιας ιπποκρατικής προσέγγισης [ΕΕΕ, 1986: 25]. Από τις 11 Ιουλίου του ίδιου χρόνου και για τους επόμενους τέσσερις μήνες αναλαμβάνει και διδακτικά καθήκοντα στο πανεπιστήμιο του Montpellier παραδίδοντας το ειδικό μάθημα ²Περί καρδιάς, αρτηριών και φλεβών². Το 1787 ολοκληρώνει τη διδακτορική του διατριβή Ένας Ιπποκρατικός Γιατρός, στην οποία γίνεται αναφορά στις ηθικές δεσμεύσεις που συνεπάγεται ο πρώτος ιπποκρατικός αφορισμός. [ΕΕΕ, 1986: 25 και Άμαντος, 1953: 13]

Μετά το τέλος των σπουδών του σκόπευε να εξασκήσει το επάγγελμα του γιατρού στα Επτάνησα. Πριν την επιστροφή του, όμως, στον ελλαδικό χώρο θα επισκεφθεί το Παρίσι, όπου πρόκειται τελικά να εγκατασταθεί μόνιμα. Φθάνει στη γαλλική πρωτεύουσα στις 24 Μαΐου του 1788 εφοδιασμένος με συστατικές επιστολές καθηγητών του από το Montpellier [Κοραής, 1833: 22]. Εκεί θα συνεχίσει τη μεταφραστική του δραστηριότητα αποδίδοντας στα γαλλικά μια σειρά ιατρικών συγγραμμάτων. Το 1795 κυκλοφορεί την Εισαγωγή στη μελέτη της ιατρικής του Selle με δικό του πρόλογο και τον επόμενο χρόνο το Ιατρικές Παρατηρήσεις του ίδιου συγγραφέα από κοινού με το Ιατρικόν Συνέκδημον [Άμαντος, 1953: 13].


Στα 1796 επίσης, θα δημοσιεύσει στο γαλλικό περιοδικό Magazin Encyclopèdique μια φιλολογική μελέτη σχετικά με ένα χωρίο του ρήτορα Δεινάρχου. Θα ακολουθήσει στα 1798 η Ιστορία της ιατρικής και χειρουργικής του Άγγλου W. Black, η οποία συνοδευόταν από πρωτότυπες παρατηρήσεις του Έλληνα λόγιου και αποσπάσματα αρχαίων ελληνικών ιατρικών έργων κατ’ αντιπαράθεση με το κείμενο. [Κουρνούτος, 1953: 7]

Όντας εγκατεστημένος στη Γαλλία ο Κοραής υπήρξε μάρτυρας των γεγονότων του 1789 και της ακόλουθης πολιτικής αλλαγής. Μέσα σε αυτό το κλίμα και έχοντας ενστερνιστεί τις ιδέες του Διαφωτισμού θα επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στην προσπάθεια των Ελλήνων για ανεξαρτησία. Ενδεικτική αυτής του της πρόθεσης είναι η δημοσίευση στα 1798 της Αδελφικής Διδασκαλίας. Πρόκειται για ένα κείμενο που έγραψε -με αφορμή το θάνατο του Ρήγα- ως απάντηση στο ανώνυμο φυλλάδιο Πατρική Διδασκαλία [Ενεπεκίδης, 1967:39]. Το τελευταίο, που αποδίδεται κατά πάσα πιθανότητα στον Αθανάσιο Πάριο, αντιστρατευόταν τις φιλελεύθερες ιδέες και την δυτική παιδεία εν γένει στηρίζοντας παράλληλα την οθωμανική κυριαρχία. [Άμαντος, 1953: 17]

Η πεποίθηση του Κοραή για την ανάγκη απελευθέρωσης από την τουρκική ηγεμονία θα τον οδηγήσει τα επόμενα χρόνια σε μια ευρεία εκδοτική δραστηριότητα έργων αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Η κίνηση αυτή βασίστηκε στη σκέψη πως η πνευματική πρόοδος των συμπατριωτών του αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την πολιτική τους ανεξαρτησία [Κοραής, 1833: 23]. Θα εκδώσει, λοιπόν, το 1799 –με δαπάνες του Θωμά Σπανιωλάκη- στα γαλλικά και ελληνικά τους Χαρακτήρες του Θεοφράστου, που αφιερώνει στους ελεύθερους Έλληνες του Ιονίου. Το χρόνο που ακολουθεί θα τυπώσει το ιπποκρατικό κείμενο Περί ανέμων, υδάτων και τόπων, εμπλουτισμένο με δικές του σημειώσεις. Το τελευταίο βραβεύτηκε το 1810 από το Γαλλικό Ινστιτούτο επιτρέποντας στον Κοραή να προβεί με τα χρήματα που κέρδισε σε επανέκδοσή του (1816) [Άμαντος, 1953: 14]. Το 1800, επίσης, θα κυκλοφορήσει το Άσμα Πολεμιστήριον, ενώ στα 1801 το Σάλπισμα Πολεμιστήριον με το ψευδώνυμο Ατρόμητος Μαραθώνιος. Το τελευταίο δημοσιεύτηκε έπειτα από τη νικηφόρα εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο και με την ελπίδα μιας πιθανής γαλλικής παρέμβασης στον ελλαδικό χώρο για την απελευθέρωση των Ελλήνων [ΕΕΕ, 1986: 25]. Οι προσδοκίες του αυτές θα τον οδηγήσουν δύο χρόνια αργότερα στην έκδοση του Υπομνήματος περί της παρούσης καταστάσεως της Ελλάδος, το οποίο εξέφραζε τις ανησυχίες του Κοραή για την πολιτική κατάσταση της πατρίδας του. Αντίστοιχου περιεχομένου φυλλάδιο είναι και το Τι πρέπει να κάμωσιν οι Γραικοί κατά τας παρούσας περιστάσεις (1805) με προτροπές και παραινέσεις προς τους ομογενείς. [Άμαντος, 1953: 19]

Τα παραπάνω έργα του συνέβαλαν ώστε να γίνει γνωστός στον κύκλο των Ελλήνων και ξένων λογίων. Μεταξύ των προσωπικοτήτων με τις οποίες συνδέθηκε ήταν οι Γάλλοι φιλόλογοι Κλαβιέ, Σαρτόν ντε λα Ροσσέτ, και ο ντ’ Ανς ντε Βιλλουασόν, ενώ υπήρξε και μέλος -από κοινού με Γάλλους ιδεολόγους- της Societé des Observateurs de l’ Homme. [ΕΕΕ, 1986: 25]

Την ίδια περίοδο –και με σύσταση του καθηγητή του Chaptal- θα αναλάβει να μεταφράσει τη Γεωγραφία του Στράβωνα μαζί με τον La Porte-du Theil και τον γεωγράφο Gossellin. Γι’ αυτή του την προσπάθεια θα λάβει ισόβια σύνταξη 2000 φράγκων από το Γαλλικό Ινστιτούτο [Κοραής, 1833: 24-25]. Παράλληλα θα ασχοληθεί με την απόδοση στα ελληνικά του Περί Αμαρτημάτων και Ποινών του Ιταλού Beccarie. Το κείμενο θα κυκλοφορήσει στα 1802 για να επανεκδοθεί πληρέστερο είκοσι περίπου χρόνια αργότερα προκειμένου να χρησιμοποιηθεί από τους μελλοντικούς Έλληνες δικαστές [Άμαντος, 1953: 18-19]. Το 1802 επίσης θα προβεί στη διόρθωση του μυθιστορήματος Τα κατά Δάφνιν και Χλόην του Λόγγου.

Οι εκδόσεις των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων θα συνεχιστούν το 1804, οπότε τυπώνει τα Αιθιοπικά του Ηλιόδωρου με προτροπή και δαπάνη του φίλου του Αλέξανδρου Βασιλείου. Τον επόμενο χρόνο και έχοντας εξασφαλίσει τη χορηγία των αδελφών Ζωσιμά θα δώσει στην εκδοτική του δραστηριότητα μια πιο συστηματική μορφή. Με τον τίτλο Ελληνική Βιβλιοθήκη θα κυκλοφορήσει στο διάστημα που ακολουθεί έως και το 1827 μια πολύτομη συλλογή αρχαίων κειμένων, που συνοδεύει με δικούς του προλόγους. Πρόκειται για τους λεγόμενους Αυτοσχέδιους Στοχασμούς ή Προλεγόμενα, όπου εκθέτει τις απόψεις του για την ελληνική παιδεία και γλώσσα. [ΕΕΕ, 1986: 25 και Δημαράς, 1953: 31] Εκεί θα υποστηρίξει μεταξύ άλλων την ανάγκη για ²μετακένωση² των ευρωπαϊκών ιδεών στα ελληνόφωνα σχολεία, από κοινού με τη χρήση μιας ²λόγιας δημοτικής² γλώσσας για τη διευκόλυνση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η απήχηση των θέσεών του αυτών θα προκαλέσει αργότερα –με πρωτοβουλία των συμπατριωτών του- την έκδοση σε χωριστό τόμο όλων των προλόγων του. [Κοραής, 1833: 29]

Την έκδοση του πρώτου τόμου της Ελληνικής Βιβλιοθήκης, θα ακολουθήσει δύο χρόνια αργότερα ένα δίτομο έργο που περιλάμβανε Λόγους και Επιστολές του Ισοκράτη. Στο διάστημα από το 1809 έως και το 1814 θα κυκλοφορήσει σε έξι τόμους το Βίοι Παράλληλοι του Πλουτάρχου. Το 1809 θα εκδώσει, ακόμη, τα Στρατηγήματα του Πολυαίνου και αμέσως μετά το Μύθων Αισωπείων Συναγωγή (1810). Τα δύο τελευταία αποτελούν Πάρεργα της Ελληνικής Βιβλιοθήκης [Άμαντος, 1953: 15]. Με δαπάνη ομογενών του από τη Χίο κυκλοφορεί το 1814 το Ξενοκράτους και Γαληνού περί της από την ενύδρων τροφής. Εν συνεχεία, θα προβεί στην έκδοση των Λατίνων συγγραφέων Στράβωνα και Μάρκου Αυρήλιου· το έργο του πρώτου τυπώνεται σε τέσσερις τόμους κατά το διάστημα 1815-19 και το αντίστοιχο του δεύτερου το 1816. Από το 1811 έως το 1820 έχει εκδώσει, επίσης, τις τέσσερις πρώτες ραψωδίες της Ηλιάδας [Άμαντος, 1953: 15-16]. Στα 1820 θα κυκλοφορήσει ανώνυμα και τη δική του μετάφραση του θεολογικού έργου Συμβουλή τριών επισκόπων σχετικά με τις παρατυπίες του ορθόδοξου και καθολικού κλήρου.

Την περίοδο αυτή θα πρωτοστατήσει στην κοινή προσπάθεια των λογίων για την ενίσχυση της εκπαιδευτικής δραστηριότητας στα ελληνόφωνα σχολεία. Προμηθεύει με σύγχρονα εγχειρίδια καθώς και όργανα πειραματικής φυσικής και χημείας πολλές σχολές, ενώ προτείνει και καθηγητές (μεταξύ αυτών οι Ν. Βάμβας, Κ. Κούμας, Θ. Καΐρης) για διάφορες διδασκαλικές θέσεις [Άμαντος, 1953: 24]. Παράλληλα, ενθαρρύνει μορφωμένους ομογενείς του να προβούν σε μεταφράσεις κειμένων της δυτικής διανόησης και φροντίζει για την αποστολή υποτρόφων στην Ευρώπη. Ακόμη, ζητά με επιστολές του την οικονομική συνδρομή πλουσίων Ελλήνων εμπόρων για την υλοποίηση στόχων παιδευτικού χαρακτήρα, όπως η ίδρυση βιβλιοθηκών και σχολείων καθώς και η έκδοση διδακτικών βιβλίων [ΕΕΕ, 1986: 25]. Η πολύπλευρη δράση του αυτό το διάστημα θα τον αποτρέψει από το να αναλάβει διδασκαλικά καθήκοντα παρά τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε κατά καιρούς. Έτσι, το 1814 απορρίπτει πρόταση να εργαστεί στο College de France, μετά το θάνατο του Bosquillon. Νωρίτερα είχε αρνηθεί να διδάξει ελληνική φιλολογία στο ίδιο ίδρυμα ως αντικαταστάτης του Villoison αλλά και να δουλέψει ως οικοδιδάσκαλος στο σπίτι εύπορου Άγγλου. Το 1816, πάλι, δεν θα δεχτεί καθηγητική θέση στο Γαλλικό Ινστιτούτο, για την οποία είχε προταθεί [Μάμουκας, 1989: 17]

Στα 1811 θα συμμετάσχει στην κίνηση πολλών σύγχρονών του Ελλήνων λογίων, για την κυκλοφορία του περιοδικού Ερμής ο Λόγιος, που πραγματευόταν θέματα φιλολογικού, φιλοσοφικού και ευρύτερου πνευματικού χαρακτήρα. Ο Κοραής, που προσδοκούσε ότι το δεκαπενθήμερο αυτό έντυπο θα συνέβαλε αποφασιστικά στην παιδευτική αναμόρφωση των συμπατριωτών του, υπήρξε τακτικός συνεργάτης του περιοδικού. Από το 1813, οπότε ξεσπά η διαμάχη για την επικράτηση της αρχαΐζουσας ή της σύγχρονης δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση, ο Κοραής θα εκφράσει μέσα από τις στήλες του Λόγιου Ερμή τις προσωπικές του θέσεις για το γλωσσικό ζήτημα. [ΕΕΕ, 1986: 25 και Κουρνούτος, 1983: 9]

Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν και έως το 1821 έρχεται σε σφοδρή αντιπαράθεση με τους Ν. Δούκα, Στ. Κομμητά και Π. Κοδρικά, οι οποίοι ηγούνταν της παράταξης για την καθιέρωση της καθαρεύουσας. Ο ίδιος χωρίς να υποστηρίζει τη χρήση της απλής δημοτικής, προωθεί τη συμβιβαστική λύση μιας ²μέσης οδού² αποφεύγοντας τις ακρότητες. Υπέρ της θέσης του αυτής τάχθηκαν οι Νεοφ. Βάμβας, Θ. Καΐρης, Κ. Κούμας, Θεοκλ. Φαρμακίδης κ.α. Σχετικά με το γλωσσικό ζήτημα είναι τα κείμενά του Σχολαστικοκατάργησις (1818) καθώς και το Διατριβή Αυτοσχέδιος (1819). [ΕΕΕ, 1986: 25]

Από το 1821 και με την έναρξη της ελληνικής επανάστασης θα κατευθύνει τη δράση του σύμφωνα με τη νέα κατάσταση που έχει δημιουργηθεί. Παρόλο που θεωρούσε ότι ο Αγώνας θα έπρεπε να καθυστερήσει κατά τρεις τουλάχιστον δεκαετίες, εξαρχής υποστήριξε ενεργά την προσπάθεια των Ελλήνων για ανεξαρτησία. Θα συμμετάσχει, λοιπόν, ως ιδρυτικό στέλεχος στο ²Φιλελληνικό Κομιτάτο² του Παρισιού (1825), το οποίο συγκροτήθηκε προκειμένου να προβάλει τις ελληνικές θέσεις σε ομογενείς και ξένους και να συγκεντρώσει απαραίτητες υλικές συνδρομές [Άμαντος, 1953: 21]. Ο ίδιος θα αναπτύξει συχνή αλληλογραφία με φιλέλληνες πολιτικούς –μεταξύ αυτών και ο Τόμας Τζέφερσον- και λόγιους, αρθρογραφώντας παράλληλα σε ξένα έντυπα για την ενίσχυση της Επανάστασης. Γι’ αυτές του τις ενέργειες θα λάβει ευχαριστήρια επιστολή (9 Απριλίου 1827) από τα μέλη της τρίτης Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας. Αργότερα επιμελείται της ίδρυσης Λυκείου στο Παρίσι, κίνηση που προωθεί μέσω του ²Φιλελληνικού Κομιτάτου². Εκεί πρόκειται να διδάξουν οι Κ. Πιτσιπιός και Κ.Θ. Ράλλης. [Άμαντος, 1953: 24]

Όσον αφορά τη συγγραφική δραστηριότητα αυτής της περιόδου ο Κοραής θα συνεχίσει την έκδοση των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων επιλέγοντας κατάλληλα για τις περιστάσεις κείμενα πολιτικού περιεχομένου. Έτσι, το 1821 θα κυκλοφορήσει τα Πολιτικά του Αριστοτέλη, τα οποία συνοδεύει με την εισαγωγή Πολιτικές Παραινέσεις. Θα ακολουθήσουν τον επόμενο χρόνο τα Ηθικά Νικομάχεια του ίδιου συγγραφέα, καθώς και τα κείμενα Στρατηγικός του Ονησάνδρου και Πρώτο ελεγείο του Τυρταίου, που μετέφρασε ο ίδιος. Τα δύο τελευταία αφιερώνει στους μαχόμενους συμπατριώτες του [ΕΕΕ, 1986: 25]. Η επόμενη εκδοτική του προσπάθεια αφορά στις Σημειώσεις εις το προσωρινόν πολίτευμα της Ελλάδος του 1822 έτους και το έργο Πολιτικά του Πλουτάρχου (1824). Σε αυτό θέτει ως πρόλογο το Διάλογοι περί των ελληνικών συμφερόντων, όπου κάνει λόγο για τα πολιτικά προβλήματα της επαναστατημένης χώρας. Το 1825 εκδίδει τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα και τον Γοργία του Πλάτωνα για να κυκλοφορήσει ένα χρόνο αργότερα το Εγχειρίδιο του Επίκτητου καθώς και το Λόγο κατά Λεοκράτους του Λυκούργου. Στα 1827 θα τυπώσει το έργο Αρριανού του Επικτήτου διατριβών, βιβλία τέσσερα[Άμαντος, 1953: 16]. Τα παραπάνω κείμενα επιλέχθηκαν από τον Κοραή για να προβάλλουν στους Έλληνες επίκαιρα ηθικά και πολιτικά ζητήματα. Στα προλεγόμενά τους ο συγγραφέας κάνει λόγο για την εξέλιξη των πολιτικών θεσμών και θεωριών από τους αρχαίους Έλληνες έως και τους νεότερους δυτικούς διανοητές. [ΕΕΕ, 1986: 25]

Από το 1828 θα προβεί στην έκδοση του έργου Γλωσσογραφικής Ύλης Δοκίμιον, που κυκλοφόρησε με το γενικό τίτλο Άτακτα. Πρόκειται για μια συλλογή λεξικογραφικού κυρίως υλικού, το οποίο είχε ήδη συγκεντρώσει κατά το διάστημα της ενασχόλησης του με τα αρχαία κείμενα της Ελληνικής Βιβλιοθήκης. Αυτά τα γλωσσικά και ερμηνευτικά στοιχεία προέρχονταν από την αρχαία, μεσαιωνική και νεοελληνική γραμματεία, αλλά και από κείμενα της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης και την προφορική παράδοση. Έως και το 1833 θα κυκλοφορήσει τους πέντε πρώτους τόμους της συλλογής του, ενώ μετά το θάνατό του θα εκδοθούν δύο ακόμη τόμοι. [ΕΕΕ, 1986: 25]

Προς το τέλος της ζωής του ο Κοραής θα δημοσιεύσει, επίσης, φυλλάδια πολιτικού χαρακτήρα, όπου στρέφεται ενάντια στους χειρισμούς του τότε κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Οι δυο τους είχαν γνωριστεί το 1815 στο Παρίσι και έκτοτε διατηρούσαν φιλική σχέση ανταλλάσσοντας συχνά επιστολές για την εκπαιδευτική και πολιτική κατάσταση στον ελλαδικό χώρο [Ξύδης, 1983: 94]. Μετά την ανάληψη, όμως, από τον Καποδίστρια της διακυβέρνησης της επαναστατημένης χώρας, ο Κοραής προέβαλε εχθρική στάση απέναντι του. Αιτία υπήρξε η συγκέντρωση όλων των εξουσιών στο πρόσωπο του Κυβερνήτη, την οποία ο Κοραής θεώρησε ως μια μορφή τυραννίας που πρόδιδε τις θυσίες των συμπατριωτών του. Η αρνητική γνώμη του για τον Καποδίστρια πιθανότατα υπήρξε αποτέλεσμα διαβολής του τελευταίου από αντιπάλους του. [Χαμουδοπούλου-Κωνσταντινίδου, 1983: 112-115]

Το Σεπτέμβρη του 1830, λοιπόν, θα κυκλοφορήσει το φυλλάδιο με τίτλο Τι συμφέρει εις την ελευθερωμένην από Τούρκους Ελλάδα να πράξει, εις τας παρούσας περιστάσεις για να μην δουλωθεί εις χριστιανούς τουρκίζοντας. Εκεί, με το ψευδώνυμο Γ. Πανταζίδης, θα προβεί σε επικριτικά σχόλια για την πολιτική του Καποδίστρια και θα προτείνει ως λύση μια γαλλική παρέμβαση [ΕΕΕ, 1986: 25]. Παρά την αντίδραση του Έλληνα κυβερνήτη ο Κοραής θα δημοσιεύσει τον Οκτώβριο του επόμενου χρόνου -αγνοώντας τη δολοφονία του Καποδίστρια- έναν ακόμη αντικαποδιστριακό διάλογο με τον ίδιο τίτλο. Θα ακολουθήσει το κείμενο Σύμμεικτα Ελληνικά από της αρχής της Κυβερνήσεως του Καποδίστρια και εφεξής, του οποίου το πρώτο μέρος εκδόθηκε στο Παρίσι τον Οκτώβρη του 1831 και το δεύτερο τον Αύγουστο του 1832. [Άμαντος, 1953: 22]

Το 1831, επίσης, θα κυκλοφορήσει το θεολογικού περιεχομένου κείμενο Ιερατικόν Συνέκδημον, όπου υπερασπίζεται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα απορρίπτοντας ταυτόχρονα τις προλήψεις και δεισιδαιμονίες του ανατολικού κλήρου. Για την καταπολέμηση των τελευταίων τίθεται υπέρ μιας ευρύτερης παιδείας των ιερωμένων που θα ξεπερνά την εκκλησιαστική μόρφωση. Αυτές του οι απόψεις προκάλεσαν την αντίδραση του Στέφανου Καραθεοδωρή, ο οποίος συνέταξε ως απάντηση την Αντίρρησιν, αλλά και των Κ. Οικονόμου και Δ. Χατζερή [Άμαντος, 1953: 22-23]. Από την υπόλοιπη συγγραφική παραγωγή του Κοραή σώζεται ακόμη ένα ελληνογαλλικό λεξικό και μία νεοελληνική γραμματική, που βρέθηκαν σε χειρόγραφη μορφή μετά το θάνατό του [ΕΕΕ, 1986: 25]. Ο ίδιος νωρίτερα είχε αναθέσει στους Χιώτες Φ. Φουρναράκη, Κ. Πιτζιπιό, Σ. Γαλάνη και Κ. Ράλλη να συλλέξουν και να καταγράψουν όλα του τα χειρόγραφα, ώστε να παραδοθούν στους κληρονόμους του. Θα πεθάνει στο Παρίσι στις 6 Απριλίου του 1833 έπειτα από σύντομη ασθένεια και θα ταφεί στο κοιμητήριο του Montparnasse. [Μάμουκας, 1989: 52-53 και Άμαντος, 1953: 28]

Η εκδοτική και εν γένει πνευματική δραστηριότητα του Α. Κοραή καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του κατευθύνεται από την επιθυμία του για την πολιτική ανεξαρτησία των Ελλήνων. Την ιδέα αυτή έχει καλλιεργήσει κατά τη διαμονή του στο εξωτερικό, οπότε έρχεται σε επαφή με τις ιδέες του Διαφωτισμού για να ενστερνιστεί τελικά τις θέσεις των Γάλλων Ιδεολόγων. Τίθεται, λοιπόν, υπέρ της επικράτησης ενός καθεστώτος ελευθερίας, δικαιοσύνης και ισονομίας που προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα του πολίτη. Παρόλο που υποστήριζε τις πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στη Γαλλία, οι ακρότητες που ακολούθησαν την επανάσταση του 1789 θα προκαλέσουν την αντίδρασή του απέναντι στο φανατισμό και τις συγκρούσεις στους κόλπους των επαναστατών [Κιτρομηλίδης, 1983: 67-69]. Αναζητώντας το καταλληλότερο για τους συμπατριώτες του πολίτευμα θα προβεί σε μελέτες συνταγματικού και ευρύτερου νομικού περιεχομένου. Ήδη από το 1789 έχει μεταφράσει τη Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη με τον τίτλο Δίκαια του ανθρώπου και του πολίτη [ΕΕΕ, 1986: 25]. Η έρευνα του αναφορικά με τα συντάγματα της Γαλλίας, Αγγλίας και Ηνωμένων Πολιτειών, τον ωθεί να προτείνει τελικά για την επαναστατημένη χώρα το δημοκρατικό σύστημα των Αγγλοαμερικανών. [Δασκαλάκης, 1983: 137]

Ως προς τις γλωσσικές του πεποιθήσεις αντιτασσόταν –όπως ήδη έχει αναφερθεί- τόσο στη χρήση της αρχαΐζουσας όσο και της απλής δημοτικής. Θεωρώντας τη γλώσσα βασικό εργαλείο για την παιδεία προωθούσε την καθιέρωση ενός κατανοητού γλωσσικού ιδιώματος, που δανειζόταν στοιχεία από την αρχαία ελληνική αλλά και την καθομιλουμένη της εποχής του [Περάνθης, 1983: 41-43]. Αυτή η μέση²οδός² είναι η δική του απάντηση στη φθορά που όπως πίστευε έχει υποστεί η ελληνική γλώσσα από τα αρχαία χρόνια έως τις μέρες του [ΕΕΕ, 1986: 25]. Ξεκινώντας, λοιπόν, από την ²χυδαία² –κατά τα λεγόμενά του- δημοτική θα επιδιώξει την τροποποίησή της σύμφωνα με τους κανόνες και τα πρότυπα της αρχαΐζουσας σε μια προσπάθεια εξευγενισμού της. Ανάμεσα στις καινοτομίες που εισάγει είναι η απαλοιφή λαϊκών και ξένων λέξεων –κυρίως τουρκικών- αλλά και η δημιουργία νέων από το συνδυασμό ριζών και καταλήξεων των δύο γλωσσικών ιδιωμάτων. Η προσέγγισή του, λοιπόν, πλησιάζει τα όρια μιας απλής καθαρεύουσας, που παραμένει ωστόσο ανομοιογενής [Τσοπανάκης, 1983: 40-41]. Σε μεταγενέστερες συγγραφές του θα προσφύγει στη χρήση περισσότερων δημοτικών παρά αρχαϊκών στοιχείων για την ²γραικική γλώσσα² του, όπως ο ίδιος την αποκαλούσε [Περάνθης, 1983: 79]. Μετά το θάνατό του –και παρά την μεγάλη επιρροή που άσκησε καθ’ όλη τη διάρκεια της γλωσσικής διαμάχης- μόνο ο Κ. Κούμας και ο Θ. Φαρμακίδης παρέμειναν πιστοί στις θέσεις του αυτές. [Δημαράς, 1953: 61]




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου